προσάρτημα, αξεσουάρ, εξάρτημα, παράρτημα, επιχορήγηση, επιπλέον, βοηθητικός, αντίο, βοηθητική, ζεύγος, ζευγάρι, ίσος, ζυγός, αγώνας, ομότιμων, σύντροφος
αξεσουάρ, τυχαίος, βοηθητικός, συνοδευτικά, δευτερεύων, πρόσθετος, επιπλέον, εφεδρικός, περισσότερο, υπερβολικό, ανήλικος, υφιστάμενος, βοηθός, θυγατρική, ενόργανος, συμβάλλων, άρθρωση, μικρό, μικροπρεπής, πιο λιγο
Meaning and definitions of accessory, translation in Greek language for accessory with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of accessory in Greek and in English language.
What accessory means in Greek, accessory meaning in Greek, accessory definition, examples and pronunciation of accessory in Greek language.