σε απόσταση, αδιάφορος, αφιλοκερδής, απομονωμένος, απαθής, ξεχωριστός, διαφορετικός, με, διακεκριμένος, διακριτή, μακρινός, μακριά, απόκεντρος, επιφυλακτικός, ακοινώνητος, διαχωριστούν
Μακριά, μακριά από, μακρυά, εις τους αγρούς, σε απόσταση, χώρια, σε ιδιωτικές, κατά μέρος, χωριστά, συγκεκριμένα, ιδιαιτερώς, διαφορετικά
I described your lovemaking as ALOOF, but effective.
Meaning and definitions of aloof, translation in Greek language for aloof with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of aloof in Greek and in English language.
What aloof means in Greek, aloof meaning in Greek, aloof definition, examples and pronunciation of aloof in Greek language.