Adjective
1. uninterested ::
αδιάφορος
2. indifferent ::
αδιάφορος
3. unconcerned ::
αδιάφορος
4. unmoved ::
ασυγκίνητος
5. uninvolved ::
αμέτοχος
6. disinterested ::
αφιλοκερδής
7. unemotional ::
απαθής
8. emotionless ::
emotionless
9. dispassionate ::
ψύχραιμος
10. lukewarm ::
χλιαρός
11. unmotivated ::
χωρίς κίνητρα
13. couldn't-care-less ::
μπορούσα να φροντίδα λιγότερο,
14. Laodicean ::
Λαοδικείας