Verb
1. overelaborate ::
overelaborate
2. labor ::
εργασία
3. dwell on ::
σταθώ σε
4. harp on about ::
άρπα σε περίπου
5. hammer away at ::
σφυρί μακριά σε
6. overdo ::
παρακάνω
7. overplay ::
ενεργώ τολμηρά
8. overdramatize ::
overdramatize
9. make too much of ::
κάνει πάρα πολύ
11. beat to death ::
κτύπησε μέχρι θανάτου
12. drag out ::
σέρνω μαζί
13. make a big thing of ::
κάνει ένα μεγάλο πράγμα
14. blow out of proportion ::
πλήγμα δυσανάλογες