συγκεντρώνομαι, συνοψίζω, στερεοποιώ, συμπηγνύω, πάγωμα, πήζω, πυκνώνω, σκληρύνω, συμπύκτω δι 'εξατμίσεως, βαθύνω, βραχύνω, μειώνω, περιορίζω, σταματώ κάτι πριν ολοκληρωθεί, περικόπτω, σύμβαση, τύπος, καταστέλλω, κρύβω, συμπιέζω, κρύβουν
Meaning and definitions of condense, translation in Greek language for condense with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of condense in Greek and in English language.
What condense means in Greek, condense meaning in Greek, condense definition, examples and pronunciation of condense in Greek language.