καθεστώς, κανόνας, διακυβέρνηση, αγωγή, κυβέρνηση, διόρθωση, αγιασμός, κάθαρση, τομή, λειτουργία, τροπολογία, τιμωρία, ποινή, προσωπικό, ράβδος, σκήπτρο, αξιοποιώ, μεταρρύθμιση, αναθεώρηση, επισκευή, διύλιση, καθαρίζω, ανάκτηση, καθαγίαση
Correction. Missy can date whoever she wants.
Oh. Oh, I'm sorry. Correction.
Meaning and definitions of correction, translation in Greek language for correction with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of correction in Greek and in English language.
What correction means in Greek, correction meaning in Greek, correction definition, examples and pronunciation of correction in Greek language.