(1) electronic dictionary ::
ηλεκτρονικό λεξικό(2) dictionary attack ::
λεξικό επίθεση(3) bilingual dictionary ::
δίγλωσσο λεξικό(4) data dictionary ::
λεξικό δεδομένων(5) custom dictionary ::
προσαρμοσμένο λεξικό(6) dictionary definition ::
λεξικό ορισμό(7) talking dictionary ::
μιλάμε λεξικό(8) pocket dictionary ::
λεξικό τσέπης(9) refer to a dictionary ::
αναφέρονται σε ένα λεξικό(10) character dictionary ::
λεξικό χαρακτήρα