σηκώνω, βολή, εκμαγείο, πίσσα, ομοβροντία, προεξοχή, πρήξιμο, μάζα, όγκος, λαβή
φούσκωμα, πρήζω, ανυψώνω, σηκώνω, συμπληρώνω, κατασκευάσει, καταργώ, διακοπή λειτουργίας, αύξηση, ρυμουλκό, τεντώνονται, κόβω, Τραβήξτε, βολή, εκμαγείο, ρίξει κάτω, εκπέμπουν, προεξοχή, κοιλιά, βολβός, ανελκυστήρας, ανυψωτήρας, ανύψωση
Heave!
Heave! Heave!
Meaning and definitions of heave, translation in Greek language for heave with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of heave in Greek and in English language.
What heave means in Greek, heave meaning in Greek, heave definition, examples and pronunciation of heave in Greek language.