Adjective
Verb
3. embarrass ::
στενοχωρώ
4. mortify ::
απονεκρώνω
5. humble ::
ταπεινός
6. shame ::
ντροπή
7. put to shame ::
ντροπιαστεί
8. disgrace ::
ντροπή
9. chagrin ::
πικρία
10. discomfit ::
ματαιώ
11. chasten ::
παιδεύω
12. abash ::
ταράσσω
13. deflate ::
υποτιμώ
14. crush ::
συντριβή
15. squash ::
σκουός
16. abase ::
εξευτελίζω
17. debase ::
υποτιμώ
18. demean ::
εξευτελίζω
19. degrade ::
υποβιβάζω
20. lower ::
πιο χαμηλα
21. belittle ::
υποτιμώ
22. cause to feel small ::
προκαλέσει να αισθάνονται μικρή
23. cause to lose face ::
προκαλέσει να χάσει το πρόσωπό
24. show up ::
εμφανίζομαι
26. cut down to size ::
μειώσει το μέγεθος
29. make someone eat crow ::
κάνει κάποιον να φάει κοράκι