αποδυναμώνω, χειροτερεύω, απόβλητα, απονεκρώνω, ευνουχίζω, εξασθενίζω, λεία, πλήγμα, κανω κακο, βλάπτω, βλάβη, κάνουν αταξίες, μειονέκτημα, Διακοπή, αποσυνθέτω, συντριβή, βαρελοσανίδα, κροκέτες, διακοπή, απολύω, καταπατώ, διακόπτω, στρώνω το τραπέζι, φυλλοειδής, καταστροφή, καταστρέφω, σαράκι, αναλώνω, εξάλειψη
Meaning and definitions of impair, translation in Greek language for impair with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of impair in Greek and in English language.
What impair means in Greek, impair meaning in Greek, impair definition, examples and pronunciation of impair in Greek language.