εμπόδιο, μπαρ, ανθρακαποθήκη, παρεμπόδιση, ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ, χαλιναγώγηση, πυκνό πυρ, Διακοπή, έμφραξη, παρεμποδίζω, καταστροφή, κανω κακο, απώλεια, καθυστέρηση, εναιώρημα, διαμονή, αποσκευές, πρόθεμα, σύμπτωμα, συμφορά, νοσηρότητα, ταλαιπωρία, τραύλισμα
Is that a reference to my speech IMPEDIMENT?
Meaning and definitions of impediment, translation in Greek language for impediment with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of impediment in Greek and in English language.
What impediment means in Greek, impediment meaning in Greek, impediment definition, examples and pronunciation of impediment in Greek language.