(1) intensive care ::
εντατικής θεραπείας(2) intensive care unit ::
μονάδα εντατικής θεραπείας(3) labor-intensive ::
Υψηλής έντασης εργατικού δυναμικού(4) intensive reading ::
εντατική ανάγνωση(5) labour-intensive ::
Υψηλής έντασης εργατικού δυναμικού(6) intensive course ::
εντατικό μάθημα(7) intensive farming ::
εντατική γεωργία(8) intensive training ::
εντατική εκπαίδευση(9) intensive distribution ::
εντατική διανομή