διακοσμώ, επιτάσσω, διαθέτω, προσαρμόζω, Σειρά, οργανώνω, παράταξη, βάζω, εγκαθιδρύω, σειρά, θέση, διεκδικώ, βρέθηκαν, διορθώσετε, δικαστής, διάταγμα, μοίρα, εντολή, να δώσει μια εντολή, απευθείας, αρραβωνιάζω, χρησιμοποιώ, επιβιβάζομαι, απομονώ, Αποθεματικό
Meaning and definitions of ordain, translation in Greek language for ordain with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of ordain in Greek and in English language.
What ordain means in Greek, ordain meaning in Greek, ordain definition, examples and pronunciation of ordain in Greek language.