Verb
1. read ::
ανάγνωση
2. study ::
μελέτη
3. scrutinize ::
διερευνώ
4. inspect ::
επιθεωρώ
5. examine ::
εξετάζω
6. wade through ::
wade μέσω
7. look through ::
ξανακοιτάζω
8. browse through ::
περιηγηθείτε
9. leaf through ::
ξεφυλλίσει
10. scan ::
σάρωση
11. run one's eye over ::
τρέχουν τα μάτια κάποιου πάνω
12. glance through ::
ματιά μέσα
13. flick through ::
ξεφυλλίζω
14. skim through ::
διαβάζω στα γρήγορα
15. thumb through ::
ξεφυλλίσουν
16. dip into ::
βουτώ μέσα σε