υπερισχύουν, επεκτείνω, διάδοση, διαπερώ, εμφυτεύω, καταλαμβάνουν, διηθώ, ασχολούμαι, διαχέω, διαπερνώ, αλληλοδιαπερνώ, πρόσφυμα, αρχίζω, προσθέτω, Συμμετοχή, συνδέω, κάλυμμα, στέγη, ψηφιδωτό, στολίζω, διαπλέκω, σειρά, σταματώ
Meaning and definitions of pervade, translation in Greek language for pervade with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of pervade in Greek and in English language.
What pervade means in Greek, pervade meaning in Greek, pervade definition, examples and pronunciation of pervade in Greek language.