άδεια, συγκατάθεση, εξουσιοδότηση, κύρωση, Hest, Σειρά, εντολή, διαταγή, συμμόρφωση, συμφωνία, επιβεβαίωση, άφιξη, δήλωση, Εντάξει, εξουσία, ακόλουθος, έγκριση, ώθηση, οπισθογράφηση
κύρωση, εγκρίνω, άδεια, επιτρέπω, αποδέχομαι, τεθεί σε ισχύ, νομιμοποιώ, νόμιμος, επισημοποιήσει, ομολογώ, συγκατάθεση, εξουσιοδοτώ
I'll SANCTION it.
I SANCTION this raid on one condition.
Grand Maester Pycelle, would you SANCTION that statement?
Meaning and definitions of sanction, translation in Greek language for sanction with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of sanction in Greek and in English language.
What sanction means in Greek, sanction meaning in Greek, sanction definition, examples and pronunciation of sanction in Greek language.