(1) sexual intercourse ::
σεξουαλική επαφή(2) sexual harassment ::
σεξουαλική παρενόχληση(3) sexual abuse ::
σεξουαλική κακοποίηση(4) sexual desire ::
σεξουαλική επιθυμία(5) sexual reproduction ::
σεξουαλική αναπαραγωγή(6) sexual relations ::
σεξουαλικές σχέσεις(7) sexual orientation ::
γενετήσιου προσανατολισμού(8) sexual activity ::
σεξουαλική δραστηριότητα(9) sexual excitement ::
καύλα(10) sexual assault ::
σεξουαλική κακοποίηση