Verb
1. postpone ::
αναβάλλω
3. delay ::
καθυστέρηση
4. defer ::
αναβάλλω
5. put back ::
βάζω πίσω
6. reschedule ::
επαναπρογραμματίζω
8. put to one side ::
τίθεται σε μία πλευρά
9. suspend ::
αναστέλλω
10. stay ::
διαμονή
11. keep in abeyance ::
κρατήσει σε εκκρεμότητα
12. mothball ::
mothball
13. abandon ::
εγκαταλείπω
14. drop ::
πτώση
15. give up ::
παραιτούμαι
16. stop ::
να σταματήσει
17. cancel ::
Ματαίωση
18. jettison ::
εγκαταλείπω
19. ax ::
τσεκούρι
20. put over ::
κατορθώνω
21. table ::
τραπέζι
22. take a rain check on ::
ρίξτε μια επιταγή βροχή
23. put on ice ::
βάλει στον πάγο
24. put on the back burner ::
να θέσει σε δεύτερη μοίρα
25. put in cold storage ::
να θέσει σε ψυκτική αποθήκη
26. ditch ::
χαντάκι
27. dump ::
εγκαταλείπω
28. junk ::
σκουπίδι