πνευματικός, μέντιουμ, θεολογικός, ιδεολογικός, προς τα μέσα, μεταφυσικός, σχετικά με την ψυχή, φυσικός, νοεράς, διανοούμενος, υπεράνθρωπος, θείος, θεϊκός, θρησκευτικός, εκκλησιαστικός, κανονικός, ιερατικός, κανονικήν, εσωστρεφής, εισάγων, εσωτερικός, απόκοσμα, στοιχειώδης, δαιμονικός
SPIRITUAL trip.
No, I wouldn'’t say not at all. I mean, I am pretty SPIRITUAL.
Meaning and definitions of spiritual, translation in Greek language for spiritual with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of spiritual in Greek and in English language.
What spiritual means in Greek, spiritual meaning in Greek, spiritual definition, examples and pronunciation of spiritual in Greek language.