όριο, απειλή, περιορισμός, Όριο, σύνορο, γραμμή, εμπόδιο, ανθρακαποθήκη, παρεμπόδιση, ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟ ΤΕΤΡΑΓΩΝΟ, διάσταση, βαθμός, δοσολογία, τιμή, έλεγχος, κανόνας, εξουσία
όριο, αμελώ, κολοβώ, πρέζα, να σταματήσει, Τραβήξτε, σταθερή λαβή, τερματίσει, διακόπτω
Meaning and definitions of stint, translation in Greek language for stint with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of stint in Greek and in English language.
What stint means in Greek, stint meaning in Greek, stint definition, examples and pronunciation of stint in Greek language.