Verb
1. kowtow to ::
προσκυνώ να
2. submit to ::
υποβάλλει στο
3. defer to ::
υποχωρώ
4. yield to ::
ενδίδω
5. back down to ::
υποχωρήσει σε
6. bow and scrape to ::
τόξο και ξύστε με
7. be obsequious to ::
είναι δουλοπρεπείς να
8. be subordinate to ::
να υποχωρεί έναντι
9. pander to ::
υποθάλψει
10. toady to ::
κόλαξ να
11. prostrate oneself to ::
κατάκοιτος τον εαυτό του για να
12. grovel to ::
σκύβουμε το κεφάλι σε
13. dance attendance on ::
χορός συμμετοχή σε
14. curry favor with ::
κερδίσουν την εύνοια
15. ingratiate oneself with ::
εξασφαλίζω την εύνοια
16. suck up to ::
πιπιλίζουν μέχρι
17. crawl to ::
ανιχνεύσουμε σε
18. lick the boots of ::
γλείψιμο τις μπότες της
Noun
19. trundle bed ::
συρταρωτό κρεβάτι
20. trundle ::
κυλίω
21. truckle bed ::
ράντζο