ανάπτυξη, βελτίωση, προβολή, ανύψωση, ευημερία, εξύψωση, επιβίωση, πρόοδος, κίνηση, προαγωγή, ανελκυστήρας, πρόσληψη
ανυψώνω, ανύψωση, βελτιώνω, αύξηση, αναπτύσσω, ανελκυστήρας, καταλαμβάνουν, όπισθεν, ενισχύω, βελτιώσει, προάγω, εξευγενίζω, επιζώ, σηκώνω, ανυψωτήρας
Meaning and definitions of uplift, translation in Greek language for uplift with similar and opposite words. Also find spoken pronunciation of uplift in Greek and in English language.
What uplift means in Greek, uplift meaning in Greek, uplift definition, examples and pronunciation of uplift in Greek language.