Adjective
1. common ::
κοινός
2. vulgar ::
χυδαίος
Noun
3. everyday language ::
καθημερινή γλώσσα
4. colloquial language ::
καθομιλουμένης γλώσσας
5. conversational language ::
ομιλητικός γλώσσα
6. common parlance ::
καθομιλουμένη
7. demotic ::
δημοτική
8. lay terms ::
καθορίζουν τους όρους