Noun
1. worsted yarn ::
πενιέ νήματα
Verb
2. defeat ::
ήττα
3. beat ::
Ρυθμός
4. prevail over ::
υπερισχύουν
6. trounce ::
μαστιγώ
7. rout ::
ήττα
8. vanquish ::
καταβάλλω
9. conquer ::
κατακτώ
10. master ::
κύριος
11. overcome ::
καταβάλλω
12. overwhelm ::
κατακλύζω
13. overpower ::
καταβάλλω
14. crush ::
συντριβή
15. outdo ::
υπερβαίνω
16. outclass ::
υπερέχω
17. outstrip ::
υπερβαίνω
18. surpass ::
ξεπερνώ
19. thrash ::
κοπανίζω
20. smash ::
σπάσιμο
21. lick ::
γλείψιμο
22. best ::
καλύτερος
23. clobber ::
κοπανάω
24. drub ::
ράβδος
25. slaughter ::
σφαγή
26. murder ::
δολοφονία
27. wipe out ::
σβήνω
28. crucify ::
σταυρώνω
29. demolish ::
κατεδαφίζω
30. wipe the floor with ::
σκουπίστε το πάτωμα με
31. take to the cleaners ::
λάβει για τις καθαρίστριες
32. walk all over ::
με τα πόδια σε όλη την
33. make mincemeat of ::
κάνουν κιμά από
34. shellac ::
γομμαλάκα
35. cream ::
κρέμα
36. whup ::
whup