Adjective
1. worried ::
ανήσυχος
2. upset ::
αναστατωμένος
3. distressed ::
αγχωμένος
4. fraught ::
γεμάτος
5. overcome ::
καταβάλλω
6. overwrought ::
υπερεξηντλημένος
7. beside oneself ::
εκτός από τον εαυτό του
8. out of one's mind ::
από το μυαλό κάποιου
9. desperate ::
απελπισμένος
10. hysterical ::
υστερικός
12. at one's wits' end ::
στο τέλος εξυπνάδα του ατόμου
13. in a state ::
σε μια πολιτεία
14. unglued ::
unglued